Το κείμενο που ακολουθεί πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ρήξη τον Οκτώβριο του 1979 και αναφέρετε στην εξέγερση των κατοίκων των Μεγάρων με αφορμή ένα ποδοσφαιρικό γεγονός , διερευνώντας παράλληλα και εμβαθύνοντας στην κατανόηση των σχέσεων που διέπουν το ποδόσφαιρο με την πολιτική και την κοινωνία. Οι κινητοποιήσεις τότε των Μεγαρέων υπήρξαν πρόδρομος ανάλογων κινητοποιήσεων που έγιναν εν συνεχεία στο μέλλον (Λάρισα, Καλαμάτα).
«Φαίνεται πως το ποδόσφαιρο στη χώρα μας προκαλεί μεγαλύτερη λαϊκή κινητοποίηση από κάποια απεργία, πολιτική συγκέντρωση ή διαδήλωση. Αυτό τουλάχιστον είναι το "θλιβερό" συμπέρασμα που βγάζουν περίλυποι διάφοροι σοβαροί "αναλυτές", συχνά "Ακροαριστεροί".
Αυτό το συμπέρασμα βγάζουν από την καταπληκτική λαϊκή κινητοποίηση της νεολαίας και του λάου των Μεγάρων . Αυτό βγάζουν από το ξεδίπλωμα της λαϊκής βίας και αντίστασης, πού έφτασε μέχρι τα δίκαννα, πού εκφράστηκε με δεκάδες και εκατοντάδες κοκταίηλ μολότωφ, με τη μαζική επίθεση στην αστυνομία, με τη δημιουργία ακόμα και τεθωρακισμένων από τρακτέρ στα οποία μπήκαν χαλυβδόφυλλα, με την κατάληψη και την πυρπόληση των γραμμών του τραίνου, με την απόπειρα να καεί το στάδιο, πού έγινε το Σάββατο, με την Αντίσταση πού εμπόδισε ολοκληρωτικά την είσοδο των ΜΑΤ στα Πλακάκια και τη Μάνη, αυτές τις λαϊκές μεγαριώτικες συνοικίες.
Και φυσικά και δεν έγιναν για το...ποδόσφαιρο. Άλλα όχι με την έννοια πώς η αντίσταση έγινε για "πολιτικούς λόγους", όπως θα' θελε να το εμφανίσει η "αντιπολίτευση" των Μεγάρων, πού έβαλε σαν κέντρο της τον "Έβερτ" και την κυβέρνηση, επειδή υποβίβασε το Βύζαντα για να βάλει τη δική του ομάδα, το "Ρουφ", στη θέση του. Αν θέλει κανείς να βρει το πολιτικό στοιχείο στην εξέγερση των Μεγάρων θα πρέπει να πάει πέρα από την πολιτικάντικη "πολιτική" πού έχει συνηθίσει να κάνει.
Η εξέγερση στα Μέγαρα δεν ήταν το "εύκολο κάλυμμα" της Αντί-καραμανλικής διάθεσης, όπως το εμφανίζει, και θα συνεχίζει να το εμφανίζει, μια μερίδα της κοινοβουλευτικής και έξω-κοινοβουλευτικής Αντιπολίτευσης. Η εξέγερση στα Μέγαρα, όπως και η παλιότερη Ιστορία με τα "Αρχαία" στην Κρήτη, φαίνονται τόσο παράλογες στο μκροαστό "Αναλυτή", πού δε μπορεί να καταλάβει τίποτε. Κι αυτό μετράει όλο το βάθος της αγνοίας του διανοούμενου των 4 κεντρικών τετραγώνων της Αθήνας για τις πραγματικές διαδικασίες της γέννησης και ανάπτύξης των κοινωνικών κινημάτων.
Αυτό πού στα μάτια τους φαίνεται το "παράλογο" στοιχείο των μαζών, πού τους βυθίζει σε αντιδραστικές και βαθυστόχαστες αναλύσεις για την "ψυχολογία του όχλου", δείχνει κάτι άλλο. Δείχνει πώς σε συν-θήκες κοινωνικού και πολιτικού αδιέξοδου, οι μάζες τείνουν να εκφράσουν την αντιπαράθεση τους με το κράτος όχι εκεί πού κυριαρχεί το "σικέ" παιχνίδι μιας κενής και δημαγωγικής πολιτικής, όχι εκεί οπού βρίσκονται απόλυτα αποκλεισμένες, δηλαδή τις "υψηλές σφαίρες" της πολιτικής, αλλά εκεί πού μπορούν. Εκεί πού νοιώθουν ότι μπορούν να συμμετέχουν.
Και δεν είναι τυχαίο ότι αυτό συμβαίνει σήμερα. Δηλαδή τα πρώτα χρονιά της μεταπολίτευσης, σ' όλη τη χώρα, και ιδιαίτερα στην επαρχία, το "ποδόσφαιρο" είχε πέσει. Κι αυτό γιατί χιλιάδες νεολαίοι έβλεπαν μια δυνατότητα στην πολιτική. Σύντομα όμως τα πράγματα αλλάξανε. Κι αλλάξανε γιατί είδαν πώς αυτή ή πολιτική δεν τους δίνει τίποτε, δεν είναι κάτι δικό τους, και μάλιστα αποκλείει σε μεγαλύτερο βαθμό τη νεολαία των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων. Το μόνο πού προσφέρει δε, είναι φασαρίες με την Αστυνομία χωρίς λόγο, όπως τους φαίνεται, μιας και η "πολιτική" δεν τους δίνει τίποτε. Και το καταφύγιο ήταν και πάλι το ποδόσφαιρο. Δηλαδή, κάτι μέσα από το οποίο μπορούσαν εύκολα να εκφράσουν το δυναμισμό τους και να αποκτήσουν την αίσθηση μιας "συμμετοχής". Γιατί ιδιαίτερα στην επαρχία, το ποδόσφαιρο και η "ομάδα" είναι κάτι το κοντινό, μοιάζει δικό τους, η "οργάνωσή" τους πού τη ζούνε σα δικιά τους, κάτι το οποίο μπορούν να ελέγχουν. Έτσι το ποδόσφαιρο εμφανίζεται σαν η μοναδική καταφυγή και διέξοδος σε μια θανατερή αδιέξοδη και γεμάτη ανία ζωή.
Μ' αυτόν τον τρόπο το ποδόσφαιρο μεταβάλλεται σε κατεξοχήν μέσο διοχέτευσης μιας δραστηριότητας και εκτόνωσης. Αυτή όμως είναι η μια όψη του νομίσματος. Στο βαθμό δηλαδή πού μια κοινωνική "ανησυχία " διοχετεύεται στον αθλητισμό, είναι φυσικό να τείνει να ξεπηδήσει μέσα από κει. Έτσι τα γήπεδα γίνονται κλασσικός χώρος βίας, και εκεί επεμβαίνουν τα ΜΑΤ, και ετοιμάζουν και τα σκυλιά, και αναπαράγεται η αντίθεση με το κράτος ή την εξουσία του χρήματος. Αυτή η αίσθηση είναι ιδιαίτερα έντονη στις μικρές επαρχιακές ομάδες, όπου το ποδόσφαιρο είναι το μοναδικό γεγονός και όπου ξεπηδάει πιο εύκολα, έστω και με διεστραμμένη μορφή, η αντίθεση με το "κέντρο", τις μεγάλες ομάδες, τους εφοπλιστές και τελικά, με... την κυβέρνηση.
Σ' αυτό το πλαίσιο λοιπόν , αυτή η "παράλογη" εξέγερση γίνεται πολύ λογική όταν τη δούμε με το μάτι του κόσμου και όχι του εκκολαπτόμενου καθοδηγητή ή "επιστήμονα".
Και φυσικά και δεν...έγινε για το ποδόσφαιρο αλλά μέσα από το ποδόσφαιρο. Και μάλιστα για έναν ακόμα λόγο. Τα "επεισόδια" μεταβλήθηκαν σε εξέγερση από τη στιγμή και πέρα πού το κράτος θέλησε να καταπιέσει, με τη γνωστή του κτηνωδία. Από τη στιγμή και πέρα πού τα ΜΑΤ έμπαιναν αδιάκριτα σε σπίτια και μαγαζιά και χτυπούσαν. Από τη στιγμή και πέρα πού με τη νεολαία φιλάθλους ενώθηκαν και οι υπόλοιποι κάτοικοι πού δεν ανέχονταν τους "γερμανούς πού ξαναγύρισαν", από τότε και μετά η εξέγερση των Μεγάρων πήρε έναν κεντρικό στόχο: την ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΚΡΑΤΙΚΗ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ. Αυτό ήταν το βαθύτερο περιεχόμενό της. Ότι ο λαός δεν ανέχτηκε τούς κρανοφόρους να τον τσαλαπατάνε αδιαμαρτύρητα και τότε πήρε τα δίκαννα. Έτσι η ίδια η παρέμβαση της αστυνομίας μετάτρεψε σε κάτι άλλο ένα απλό γεγονός, δηλαδή επέτρεψε να εκφραστεί όλο το μίσος του λαού και της νεολαίας ενάντια στο κράτος και τούς μηχανισμούς του.
Κι όμως, αυτό το πράγμα, τόσο απλό τελικά, πολλοί από εκείνους πού καθημερινά φωνάζουν "αντίσταση στην κρατική τρομοκρατία", δε μπόρεσαν να το καταλάβουν. Δε μπόρεσαν να καταλάβουν ότι η ΝΙΚΗ (γιατί οι Μεγαρίτες νίκησαν και η αστυνομία υποχρεώθηκε να συνθηκολογήσει) των Μεγαριτών, η αντίσταση τους, έχει μεγαλύτερη σημασία για τα "πολιτικά και δημοκρατικά δικαιώματα" από ότι μια πετυχημένη αθώωση ενός "αριστεριστή". Κι αυτό γιατί ένα μεγάλο λαϊκό σύνολο με μια πετυχημένη αντίσταση έδειξε στο κράτος ότι δε μπορεί ατιμώρητα να καταπατάει τα δικαιώματα του. Γιατί το δικαίωμα της διαμαρτυρίας, με την οποία ξεκίνησαν, είναι αναφαίρετο δικαίωμα τους και όποιος το παραβιάζει υφίσταται τις συνέπειες. Και οι ροπαλοφόροι είδαν σίγουρα πώς άλλο Εξάρχεια και άλλο μια ξεσηκωμένη πόλη. Αυτό μένει να το κατανοήσουν λίγο κι εκείνοι πού καθημερινά φωνάζουν αυτά πού οι Μεγαρίτες έκαναν στην πράξη ξεκινώντας από μια πολύ "τετριμμένη ιστορία" (έτσι είναι ο άτιμος ο όχλος).
Σήμερα, μέσα από τα Μέγαρα χτες από την Αγία Βαρβάρα και τούς αγρότες, περνάει η κοινωνική δυσαρέσκεια και κριτική των μαζών. "Αν ορισμένοι επιμένουν να την μαντρώσουν πίσω από τον Αντρέα, στην ψευδοπολιτική του κοινοβουλίου, σύντομα θα αντιμετωπίσουν και άλλα τέτοια "παράλογα" φαινόμενα.
Γιατί μέσα από το "κεντρικό" πολιτικό αδιέξοδο και κενό πού υπάρχει, ο λαός δε μπορεί να εκφραστεί. Γι' αυτό, για ορισμένο καιρό θα συνεχίσει να εκφράζεται "περιφερειακά", μέχρι να φτάσει να μεταφέρει στο κέντρο αυτόν τον ΙΔΙΟ ΤΡΟΠΟ ΕΚΦΡΑΣΗΣ ».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου